Την Τρίτη 23/3 συναντηθήκαμε με τον δήμαρχο Καισαριανής Χρ. Βοσκόπουλο και τον υπεύθυνο παρασκευής του συσσιτίου Γ. Λειβαδίτη και απαιτήσαμε καλύτερη ποιότητα, αύξηση των μερίδων, προσθήκη βραδινού γεύματος, διανομή κατ’ οίκον τις μέρες με ακραίες καιρικές συνθήκες (το αίσχος να παραμείνει νηστικός κόσμος τις 2 μέρες του χιονιά δεν μπορεί να επαναληφθεί), σίτιση κόσμου που κατοικεί κοντά στην περιοχή ανεξαρτήτως του δήμου που ανήκει, και να παραμείνει η διανομή φαγητού σε προσβάσιμα σημεία.
Έγινε σαφές πως η παροχή συσσιτίου δεν θα πρέπει να θεωρείται κάποιου είδους φιλανθρωπία από τη μεριά του δήμου και να προσβάλλεται η αξιοπρέπεια των σιτιζόμενων δίνοντας τους φαγητό ακόμα και σε πλαστική σακούλα, χωρίς καν ανάλογη συσκευασία. Άλλωστε, είναι οι πολιτικές κυβερνήσεων (που η εκάστοτε δημοτική αρχή έμμεσα ή ενίοτε άμεσα υποστηρίζει) αυτές που ευθύνονται για την ολοένα και μεγαλύτερη φτωχοποίησή μας και για την αδυναμία μεγάλου πλέον κομματιού της κοινωνίας να ανταπεξέλθει στην κάλυψη των βασικών αναγκών του. Για αυτό επιβάλλεται να δώσουν οι ίδιες λύση στο ζήτημα της διαβίωσης, με αξιοπρεπείς όρους.
Ο δήμαρχος εξέφρασε την επιθυμία να υπάρξει βελτίωση αν και δεν αναγνώρισε, τόσο ο ίδιος όσο και ο υπεύθυνος παρασκευής του φαγητού, τις απαράδεκτες συνθήκες ούτε όταν επιβεβαιώθηκαν από τα ίδια τα σιτιζόμενα άτομα, παρουσιάζοντας τα σαν μεμονωμένα, ίσως, περιστατικά. Παρά την καλή τους διάθεση -όπως είπαν- η βελτίωση δεν είναι δυνατή λόγω μη επαρκών οικονομικών πόρων. Προφανώς, δεν είναι κάτι καινούριο. Πάντα όταν πρόκειται για τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα χρήματα δεν υπάρχουν, ωστόσο για άλλες λειτουργίες όπως την “αξιοποίηση” και ιδιωτικοποίηση του χώρου του Σκοπευτηρίου κονδύλια δεσμεύονται πιο εύκολα. Μάλιστα σε κάποια στιγμή ανέφερε πως αν είναι να μην παρέχουν σωστά συσσίτιο καλύτερα να το σταματήσουν, υπονοώντας ίσως πως αν υπάρχουν διαμαρτυρίες θα μπορούσε και να σταματήσει η λειτουργία της δομής. Μετά από τις διαμαρτυρίες μας φυσικά και αναθεώρησε λέγοντας πως παρανοήσαμε.
Εντέλει, δεν υπήρξε συγκεκριμένη δέσμευση. Η «βελτίωση των συνθηκών» είχε τέτοια χρονική αοριστία που θα μπορούσε να πάρει από 1 χρόνο έως μία 4ετία. Δηλαδή δηλώσεις σαν προεκλογικές εξαγγελίες χωρίς καμία πραγματική δέσμευση, ούτε όταν ζητήσαμε να πάρουμε ξεκάθαρο χρονοδιάγραμμα έστω σε δεύτερο χρόνο. Η απάντηση ήταν: «όταν το κάνουμε θα το δείτε». Εμείς δηλώσαμε ότι, εφόσον σε εύλογο -κατά τις δικές μας εκτιμήσεις και ανάγκες- χρονικό διάστημα η κατάσταση δεν αλλάξει, θα επανέλθουμε με κλιμάκωση του αγώνα.